-Σε μισώ…
-Γιατί;
-Δεν έκανες κάτι για να προλάβεις… να αποτρέψεις το κακό…
-Είσαι άδικος μαζί μου. Γνωρίζεις πόσο προσπαθώ. Αλλά είναι πάνω από τις δυνάμεις μου.
-Ξέρεις κάτι; Λες ψέματα… Μπορούσες! Να παρακαλούσες τον Αίολο να κλείσει για λίγο τους ασκούς του. Να πρόσταζες τον ήλιο να λάμψει μεμιάς. Να έκανες τα δελφίνια σου… σωσίβια και τις γοργόνες σου… βάρκες. Να έφτιαχνες φτερά από πεταλίδες και αστερίες και να τον πέταγες ψηλά στον ουρανό. Να ούρλιαζες. Να σήκωνες ένα τεράστιο τσουνάμι και να μας έπνιγες όλους. Να ξεβρομίσει αυτός ο πλανήτης.
-Πίστεψέ με, δεν θα ήθελες να είσαι στη θέση μου… Καθημερινά, χιλιάδες ψυχές σβήνουν μέσα μου. Πόσες ελπίδες να κρατήσω ζωντανές;
-Τον παράτησες εκεί στην άκρη σου, κοιμισμένο, με τα μικρά του μάτια κλειστά… να σε κοιτάζει. Ξέρεις πια πως οι μέρες σου δεν θα είναι το ίδιο λαμπερές και τα βράδια σου θα στοιχειώνουν αμέτρητα παιδικά όνειρα. Το φεγγάρι θα είναι λυπημένο και τα αστέρια θα φωτίζουν αχνά τον ουρανό.
Συγγνώμη, μικρέ άγγελε… Είμαι σίγουρος ότι παίζεις ανέμελα εκεί ψηλά στις παιδικές χαρές του ουρανού. Τελικά, ίσως να μη σου άξιζε αυτός ο σκληρός κόσμος.