Αθήνα, 20 Μαΐου 2016
Αγαπητέ Σταύρο Θεοδωράκη,
Συμμετείχα αυτήν την εβδομάδα σε δυο πολύ εποικοδομητικές συζητήσεις της γνωστής Επιτροπής Διαλόγου που έχουμε συστήσει, μία για τη Δικαιοσύνη και μία για το Κράτος / Αυτοδιοίκηση. Τόσο το επίπεδο των προσώπων που ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα της Επιτροπής, όσο και το περιεχόμενο των συζητήσεων που διεξήχθησαν ήταν εντυπωσιακά. Αν έπρεπε να βγει ένα ασφαλές συμπέρασμα, αυτό είναι ότι διαπιστώνεται από όλους η επείγουσα ανάγκη συγκρότησης ενός πολιτικού χώρου που θα αντιστοιχεί στις σημερινές προκλήσεις και, με προσήλωση στο δια ταύτα, θα υπερβαίνει τα πολλαπλά αδιέξοδα του πολιτικού συστήματος. Εντούτοις, στη δημόσια σφαίρα κυριαρχεί μια εικόνα απολύτως αντίστροφη. Είπα, είπε, αυτός, ο άλλος, εννοούσα, το οποίον, του οποίου, κλπ, κοκ.
Αυτή η αντίφαση με ωθεί σήμερα να σου στείλω με ανοιχτή επιστολή ένα κείμενο που έγραψα το Δεκέμβριο του 2014. Μετά από αμφιταλαντεύσεις, αποφάσισα τότε να μην το δημοσιοποιήσω, για να μη θεωρηθεί ότι συνεισφέρω κι εγώ σε αυτό που αλληγορικά αναδεικνύει το, γραμμένο σαν παραμύθι, κείμενο: στην αυτοκτονική μιζέρια των παραταξιακών διαιρέσεων. Το στέλνω σε σένα, γιατί νομίζω ότι, από όλους όσους θα είχε νόημα να το διαβάσουν, εσύ αυτήν την περίοδο θα είχε μεγαλύτερη σημασία να απαντήσεις. Ιδού:
«Πεθαίνω σαν παράταξη: η συλλογική αυτοκτονία των μελών μιας αίρεσης»
Εάν κάτι δεν αλλάξει άμεσα, σε μερικά χρόνια θα λέμε στα παιδιά το ακόλουθο παραμύθι:
«Ήταν μια φορά κι έναν καιρό μια αίρεση φανατικών. Την έλεγαν Δημοκρατική Παράταξη, Κεντροαριστερά, Σοσιαλδημοκρατία, Δημοκρατικό Σοσιαλισμό, Προοδευτικό (ή σκέτο) Κέντρο, κλπ, κλπ.
Όπως σε πολλές αντίστοιχες περιπτώσεις, βασικό χαρακτηριστικό της αίρεσης αυτής ήταν η ακλόνητη πίστη στη Δευτέρα Παρουσία. Ήταν μια κάπως αντιφατική αφήγηση με στοιχεία για το τέλος του είδους, που θα είναι η σωτηρία του, σωτηρία όμως δια της θυσίας και της ολικής καταστροφής. Κάτι σαν εκπλήρωση προφητείας.
Αν σε κάτι αυτή η αίρεση έμοιαζε με άλλες που είχαν εμφανιστεί ήταν ο συλλογικός και ιδεοληπτικός αυτοκτονικός ιδεασμός. Τα μέλη της αίρεσης προορίζονταν άπαντα να αυτοκτονήσουν, πλην όμως, και εδώ βρίσκεται η πρωτοτυπία της, όχι οργανωμένα και ταυτόχρονα αλλά με τρόπο άτακτο. Υιοθετώντας μεθόδους εξτρεμιστικών ομάδων, δρούσαν σαν εκτεταμένο δίκτυο αποκεντρωμένων πυρήνων – ή ακόμα και μεμονωμένων ατόμων – που ενεργοποιούνταν πολλές φορές με δική τους πρωτοβουλία. Κατά καιρούς κάποιος πυρήνας ή κάποιος μεμονωμένος φανατικός ξυπνούσε από την κατάσταση ύπνωσης και με επιθέσεις τύπου καμικάζι ή με σαμποτάζ, επέφερε καίρια πλήγματα σε εαυτούς και αλλήλους. Στην κορύφωση κάθε τέτοιας αποστολής τα κομάντο ούρλιαζαν «η Παράταξη είναι μεγάλη!» και πυροδοτούσαν τον όλεθρο (το δικό τους, για τις άλλες παρατάξεις υπήρχαν, κυρίως, λεκτικά πλήγματα).
Ένα ακόμα ενδιαφέρον στοιχείο αυτής της αίρεσης ήταν η ανατρεπτική προσέγγιση στις μεθόδους επίτευξης του σκοπού (της αυτοκτονίας). Αν και κατά τα φαινόμενα πολλά από τα πλέον εξέχοντα μέλη της θεωρούσαν ότι με τις πράξεις τους ωφελούσαν τους εαυτούς τους και όχι το κοινό σχέδιο -προσπαθούσαν δηλαδή να συμμετέχουν στις κοινές τελετουργίες αλλά με τρόπο που υπολόγιζαν ότι θα τους έφερνε σε θέση προστατευμένη την ώρα της Κρίσεως – στην πραγματικότητα συνεισέφεραν καθοριστικά στο επερχόμενο ολοκαύτωμα. Λέξεις-κλειδιά για την αποκωδικοποίηση αυτής της συμπεριφοράς αναγράφονται σε πρόσφατα ευρήματα του σχετικού τύμβου : οργανωτική αυτοτέλεια, προοδευτική ταυτότητα, αριστερό πρόσημο, συνέδριο, αλλαγή πολιτικής, χωρίς ηγεμονισμούς, συγκάτοικοι, κάτω τα παλαιά κόμματα κλπ
Ακόμα και σήμερα οι ιστορικοί προβληματίζονται για το παράδοξο φαινόμενο αυτής της συλλογικής αυτοκτονίας, της μετατροπής σε αίρεση μιας παράταξης που είχε σε άλλες περιόδους συνδεθεί με ό,τι πιο ζωτικό είχε η χώρα.
Έτσι είναι η ζωή θα λέγαμε: έζησαν αυτοί καλά και, μετά το τέλος τους, οι άλλες παρατάξεις έζησαν καλύτερα.»
Φιλικά,
Γιάννης Φ. Ιωαννίδης
ΥΓ. Ελπίζω να μου συγχωρήσεις την οικειότητα, λόγω κοινής καταγωγής. Ο «συγκρητισμός» εξάλλου, που ήταν ζητούμενο για χρόνια στην Κρήτη, είναι κι αυτός μια «συνομωσία του καλού»…