Αναγνώστες

Αλλα πιστεύουμε κι άλλα ψηφίζουμε

Είναι να αναρωτιέται κανείς τι πήγε στραβά σ’ αυτή τη χώρα. Πώς κατορθώσαμε να φτάσουμε εδώ μετά τις εκπληκτικές επιτυχίες μας στο Euro και στους Ολυμπιακούς αγώνες; Πού πήγε όλος εκείνος ο ενθουσιασμός και ιδιαίτερα η αισιοδοξία που διακατείχε το σύνολο του πληθυσμού για το μέλλον; Η έκθεση της κοινωνίας μας στον διεθνή οικονομικό και […]
Tο δικό σας Protagon

Είναι να αναρωτιέται κανείς τι πήγε στραβά σ’ αυτή τη χώρα. Πώς κατορθώσαμε να φτάσουμε εδώ μετά τις εκπληκτικές επιτυχίες μας στο Euro και στους Ολυμπιακούς αγώνες; Πού πήγε όλος εκείνος ο ενθουσιασμός και ιδιαίτερα η αισιοδοξία που διακατείχε το σύνολο του πληθυσμού για το μέλλον;

Η έκθεση της κοινωνίας μας στον διεθνή οικονομικό και κοινωνικό ανταγωνισμό, σε συνδυασμό με την πρόσβασή μας στο εύκολο και φτηνό χρήμα, την οποία αποκτήσαμε μετά την είσοδο της χώρας στον σκληρό πυρήνα της ΕΕ, έβγαλε στην επιφάνεια αντιφάσεις, αλλά και μακροχρόνιες εσφαλμένες αντιλήψεις τις οποίες στην ουσία ουδέποτε πιστέψαμε. Πλην όμως μας άρεσε να τις υποστηρίζουμε, παρά το γεγονός ότι βρίσκονται στην αντίπερα όχθη του DNA της ελληνικής κοινωνίας.

Μία από τις πρώτες αντιφάσεις μας, η οποία έχει σοβαρό μερίδιο ευθύνης για την κοινωνική (και όχι οικονομική κρίση) που διέρχεται η χώρα, αφορά το πλέον αδιαφιλονίκητο δικαίωμα των Ελλήνων, για το οποίο δεν σηκώνουμε μύγα στο σπαθί μας και το οποίο είναι το δικαίωμα της ατομικής ιδιοκτησίας, εξ αιτίας του οποίου πολλάκις έχουν διαπραχθεί μέχρι και φόνοι.

Την αδήριτη ανάγκη κατοχύρωσης του δικαιώματος της ατομικής ιδιοκτησίας, φρόντισε η κοινωνία μας να διατυπώσει μέσα από το Σύνταγμα της χώρας, στην παράγραφο 2 του άρθρου 17, όπου αναφέρεται επί λέξει:

«Κανένας δεν στερείται την ιδιοκτησία του, παρά μόνο για δημόσια ωφέλεια που έχει αποδειχθεί με τον προσήκοντα τρόπο, όταν και όπως ο νόμος ορίζει, και πάντοτε αφού προηγηθεί πλήρης αποζημίωση, που να ανταποκρίνεται στην αξία την οποία είχε το απαλλοτριούμενο κατά τον χρόνο της συζήτησης στο δικαστήριο για τον προσωρινό προσδιορισμό της αποζημίωσης».

Παρά το γεγονός ότι η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών δεν αρνείται τα δεδομένα της ως άνω παραγράφου, εν τούτοις ένα πολύ μεγάλο ποσοστό υποστηρίζει και ψηφίζει πολιτικές δυνάμεις οι οποίες αντιστρατεύονται το ως άνω εκ των ων ουκ άνευ δικαίωμα της ατομικής ιδιοκτησίας.

Πλέον συγκεκριμένα, στο καταστατικό του ΣΥΡΙΖΑ αναφέρεται επί λέξει:

«Για εμάς ο σοσιαλισμός είναι μορφή οργάνωσης της κοινωνίας που βασίζεται στην κοινωνική ιδιοκτησία και διαχείριση των παραγωγικών μέσων.

Απαιτεί τη δημοκρατία σε όλα τα κύτταρα της δημόσιας ζωής, όπου η συλλογικότητα αναδεικνύει έμπρακτα την υπεροχή της έναντι της ατομικότητας και η αλληλεγγύη την ισχύ της έναντι του ανταγωνισμού, προκειμένου οι εργαζόμενοι να είναι σε θέση να σχεδιάζουν, να διευθύνουν, να ελέγχουν και να προστατεύουν, με τα εκλεγμένα όργανά τους, την παραγωγή, κατευθύνοντάς την στην ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών».

Ομοίως, στην εισαγωγή του καταστατικού του ΚΚΕ αναφέρεται :

α. Το ΚΚΕ είναι το Κόμμα της εργατικής τάξης, (…) και αγωνίζεται για την ανατροπή του καπιταλισμού και την οικοδόμηση της σοσιαλιστικής-κομμουνιστικής κοινωνίας, στην οποία (…)

β. Στη δράση του για την υλοποίηση των υψηλών αυτών σκοπών, το ΚΚΕ καθοδηγείται από την κοσμοθεωρία του μαρξισμού-λενινισμού και τον προλεταριακό διεθνισμό. Εμπνέεται από τη μεγάλη Οχτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση, (…)

γ. Το πέρασμα από την καπιταλιστική κοινωνία, που βρίσκεται σε βαθιά κρίση, σε μια σοσιαλιστική κοινωνία προϋποθέτει την κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας από την εργατική τάξη, την κοινωνικοποίηση των βασικών μέσων παραγωγής και την απελευθέρωση της δημιουργικής δράσης των εργαζομένων, του λαού, της νεολαίας.

Πόσο ψυχικά διαταραγμένοι μπορεί να είμαστε; Πως είναι δυνατόν ο Έλληνας πολίτης, ο οποίος κόπτεται τόσο πολύ για την ατομική του ιδιοκτησία, να αποδέχεται και μάλιστα να ψηφίζει κόμματα τα οποία υποστηρίζουν στο καταστατικό τους την κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας και την εφαρμογή της κοινωνικής ιδιοκτησίας;

Η πλέον ενδεδειγμένη και δημοκρατική λύση, η οποία θα έπρεπε να προταθεί από τις πολιτικές δυνάμεις που υποστηρίζουν την κοινοβουλευτική δημοκρατία, προκειμένου να αρθεί η συγκεκριμένη αντίφαση της ελληνικής κοινωνίας, είναι η λύση του δημοψηφίσματος με το απλό ερώτημα:

Είστε υπέρ ή κατά της ατομικής ιδιοκτησίας; Εάν η απάντηση είναι ΚΑΤΑ, τότε στην επόμενη αναθεώρηση τροποποιούμε άμεσα την παράγραφο 2 του άρθρου 17 του Συντάγματος, σύμφωνα με την επιταγή των ελλήνων πολιτών. Εάν η απάντηση είναι ΥΠΕΡ, τότε όλα τα κόμματα που είναι εναντίον της ατομικής ιδιοκτησίας, τροποποιούν άμεσα τα καταστατικά τους, ειδάλλως δεν έχουν δικαίωμα συμμετοχής στις εκλογές.

Όσο η κοινωνία μας θα συνεχίσει να έχει αυταπάτες γύρω από τη θεώρηση των κοινωνικών δομών, δεν υπάρχει δυνατότητα επιστροφής στην αισιοδοξία και στον ενθουσιασμό.

*Ο Γιάννης Α. Ρώτας είναι οικονομολόγος.