Διαβάζω τις τελευταίες μέρες κείμενα, μικρά, μεγάλα, καλά, κακά, μέτρια, ενδιαφέροντα, αδιάφορα, ενίοτε και συγκινητικά με αφετηρία κι αφορμή το καλοκαίρι, και δη τα καλοκαίρια που πέρασαν και συνδέθηκαν αναπόδραστα με την εφηβεία και την αθωότητά μας. Κι ίσως λόγω συγκυρίας και συναισθηματικής στενότητας, και απώλειας μιας ασφάλειας που θεωρούσαμε ότι για πάντα την είχαμε κατακτήσει, αυτά τα κείμενα αγγίζουν λίγο περισσότερο από άλλες χρονιές το μελόδραμα και την υπερβολική γλυκύτητα.
Ανατρέχοντας κι εγώ σε κείνους τους τοτεινούς καιρούς, ανασύρω αναμνήσεις, που όμως δεν έχουν να κάνουν με θάλασσες, αλάνες, παγωτά, άγουρους έρωτες και διαβάσματα, αλλά προς μεγάλη μου έκπληξη με την τηλεόραση. Την ασπρόμαυρη τηλεόραση του ’70 και το έγχρωμο θαύμα του ’80. Την τηλεόραση και την πόλη. Γιατί για μας τότε, οι διακοπές ήταν αυστηρά 15 μέρες όλες κι όλες. Όλο τον υπόλοιπο καιρό, η πόλη –στην αρχική μια επαρχιακή, κι ύστερα το κλεινόν άστυ- μας κράταγε ζηλόφθονα στην θέρμη της.
Εικόνα πρώτη. Βοτανικός, πριν γίνει trendy, χωρίς loft καλλιτεχνικά, μόνο αμαξοστάσιο είχε και το πανηγύρι της Αγίας Μαρκέλλας. Ιούλιος ίσως. Απόγευμα. Σίγουρα καθημερινή. Στην ταράτσα του διώροφου σπιτιού μας, με μια φέτα ψωμί με βούτυρο και ζάχαρη. Βρέχω τα τσιμέντα που καίνε με το λάστιχο, πλατσουρίζω, μασάω πολύ προσεκτικά την κόρα, προσέχω να μην τελειώσει το ψωμί, κι έχω το αυτί τεντωμένο, ν’ ακούσω την μουσική από των τίτλων από το «Διάστημα 1999», σε μια Telefunken που έχoυμε βγάλει στο από κάτω μπαλκόνι, για να κουτρουβαλήσω τις σκάλες και να χαθώ στην αμερικάνικη TV.
Εικόνα δεύτερη. Φόρμουλα 1. Μονακό. Ασπρόμαυρος Νίκι Λάουντα. Η κλειστή στροφή πριν το τούνελ. Ξανά και ξανά. Πόσο μακριά είναι η Κυανή ακτή;
Εικόνα τρίτη. Έγχρωμος Μπγιορν Μποργκ. Γουίμπλετον. Ζέστη. Μεσημέρι Κυριακής και το δωμάτιο που είναι η τηλεόραση, δυτικό. Μεγάλο παιχνίδι, κι ούτε μέχρι την κουζίνα να πάρω παγωμένο νερό δεν τολμώ να πάω.
Εικόνα τέταρτη. Ποδόσφαιρο. Μουντιάλ. Γαλλία-Γερμανία, το παιχνίδι που ο Σουμάχερ κλαδεύει τον Μπατιστόν. Από τότε είμαι πάντα με τον αντίπαλο της Γερμανίας, όποιος και να ‘ναι. Ευτυχώς στον τελικό ο Ρόσσι πήρε εκδίκηση.
Εικόνα πέμπτη. Ολυμπιακοί Αγώνες της Μόσχας. Ο Μίσα δακρύζει στην τελετή λήξης. Μαρίτα Κοχ και Γιαρμίλα Κρατοσβίλοβα. Πριν την κατάρρευση του Σοσιαλισμού. Τότε που νομίζαμε ότι από την άλλη πλευρά του τείχους υπήρχαν όλες οι απαντήσεις.
Εικόνα έκτη και ίσως η πιο αγαπημένη. Πάτρα. Εν τω μέσω μιας δύσκολης εξεταστικής. Κυριακή 15 Ιουνίου 1987. Βράδυ. Έγχρωμη τηλεόραση 20 ιντσών, φερμένη από την Αθήνα μαζί με την γιαγιά του Γ.Π. Η γιαγιά φροντίζει να ξυπνάει ο Γ.Π. για να πάει να δώσει τα μαθήματα της εξεταστικής και η τηλεόραση κρατάει συντροφιά στη γιαγιά. Ο Αργύρης βάζει τις βολές και ζωή μας συνταυτίζεται με μια πατρίδα που νικάει τον γίγαντα. Η φωνή του Συρίγου θα στοιχειώνει όλους τους αγώνες μπάσκετ στο διηνεκές.
Αύγουστος του 2016. Καλωδιακή τηλεόραση. Ατέλειωτα κανάλια. Ο κόσμος όλος μέσα από ένα δορυφορικό πιάτο. Ο ΣΥΡΙΖΑ που μετράει τις αντοχές μας και τις άδειες των καναλιών. Και οι Ολυμπιακοί του Ρίο. Σε High Definition. Σε 40 ίντσες. Εμείς εκεί γύρω από τα πενήντα πια, κι η Ελλάδα μια πατρίδα άξενη κι αλλιώτικη. Νικημένη από τον ίδιο της τον ίσκιο.
Καλοκαίρι, κι αγαπημένη τηλεόραση.