Πολλές φορές ακούμε ότι η οικονομική κρίση που μαστίζει την Ελλάδα είναι κυρίως θεσμική κρίση. Ωστόσο μικρό ποσοστό του πληθυσμού μας κατανοεί τι ακριβώς είναι η θεσμική κρίση ή με πιο απλά λόγια τι είναι οι θεσμοί οι οποίοι είναι τόσο σημαντικοί ώστε η ακαταλληλότητα τους να είναι σε θέση, μαζί με άλλους παράγοντες, να βυθίσει στην κρίση μια ολόκληρη χώρα.
Για να γίνει κατανοητό το πρόβλημα, αναφέρεται ότι οι θεσμοί διακρίνονται σε δύο κατηγορίες, στους τυπικούς και τους άτυπους. Οι πρώτοι, είναι οι κανόνες δικαίου, δηλαδή το σύνταγμα, οι νόμοι κτλ. Οι άτυποι θεσμοί είναι οι κανόνες κοινωνικής συμπεριφοράς ή όπως αποκαλούνται στην διεθνή βιβλιογραφία social norms. Επομένως, όταν λέγεται ότι υπάρχει θεσμική κρίση εννοείται κρίση στους τυπικούς και τους άτυπους θεσμούς. Περισσότερο ενδιαφέρον παρουσιάζει κατά την γνώμη μου η κρίση στους άτυπους θεσμούς γιατί η κοινωνική πραγματικότητα φαίνεται να δημιουργεί μια νοοτροπία ηθικής αποδοχής σε πράξεις αντίθετες στο νόμο και το δημόσιο συμφέρον.
Τα παραδείγματα πολλά, τα οποία παρατηρεί ο καθένας πολύ εύκολα με τις κοινωνικές συναναστροφές που έχει ή ακόμα και με μία βόλτα στο κέντρο της πόλης. Αξιοσημείωτο είναι επίσης το γεγονός ότι το μεγαλύτερο μέρος του ελληνικού πληθυσμού αποδέχεται παρανομίες που κατά κύριο λόγο έχουν οικονομική απόχρωση. Αυτό βέβαια είναι σε κάποιο βαθμό δικαιολογημένο με την συνεχή μείωση του εισοδήματος αλλά και πριν την οικονομική κρίση η κατάσταση δεν ήταν πολύ καλύτερη. Η αδήλωτη εργασία είναι περισσότερη από ποτέ με τους εργοδότες και τους εργαζομένους να θεωρούν λογικό και πολλές φορές δεδομένο ότι η εργασία που παρέχεται θα είναι αδήλωτη χωρίς ένσημα, εισφορές κτλ. Τα υψηλά πρόστιμα που προβλέπει η νομοθεσία αποδείχθηκε ότι δεν επαρκούν για την καταπολέμηση του προβλήματος.
Είναι δεδομένο όμως ότι όσο οι εργαζόμενοι δέχονται να δουλεύουν και να αμοίβονται «μαύρα» τόσο και οι εργοδότες θα επιβάλλουν την αδήλωτη εργασία. Επίσης σχετικό με τα ανωτέρω είναι η μη παροχή αποδείξεων κατά την αγορά προϊόντων και υπηρεσιών συνέπεια του οποίου ήταν η κυβέρνηση να θεσπίσει ελάχιστο όριο δαπανών με πλαστικό χρήμα, κάτω από το οποίο το εισόδημα φορολογείται. Ωστοσο ο Έλληνας καταναλωτής δεν ζητά αποδείξεις και δεν διαμαρτύρεται όταν δεν τις λαμβάνει παρά την δυνατότητα που έχει δια νόμου να μην πληρώσει το αντίτιμο προτού λάβει τη νόμιμη απόδειξη. Μάλιστα όποιος τολμά να ζητήσει απόδειξη κατακρίνεται σφόδρα.
Σύμφωνα με την Ελληνική Αστυνομία το πρώτο εξάμηνο του 2016 μόνο, βεβαιώθηκαν 2.250 παραβάσεις σχετικές με το παρεμπόριο και κατασχέθηκαν συνολικά 1.532.025 είδη παρεμπορίου (ρουχισμός, οπτικά, CD – DVDs , κ.λπ.) ενώ τα αφορολόγητα πακέτα τσιγάρα που κατασχέθηκαν ανέρχονται το ίδιο χρονικό διάστημα σε 1.317.525. Όπως καταλαβαίνει κανείς αυτό συνεπάγεται ότι χάνονται τεράστια ποσά από τα κρατικά ταμεία από την φοροδιαφυγή. Ωστόσο το φαινόμενο του παρεμπορίου συνεχίζει να ανθεί και μάλιστα αντί να περιορίζεται, διευρύνεται. Η αιτία που συμβαίνει αυτό είναι κατά κύριο λόγο η αποδοχή του φαινομένου από την πλειονότητα της κοινωνίας. Ο Έλληνας θεωρεί λογικό να κάνει τα ψώνια από μικροπωλητές με παράνομους πάγκους και όχι από καταστήματα, αδιαφορώντας για τις συνέπειες που έχει η πράξη του αυτή για τους ιδιοκτήτες των καταστημάτων, τους υπαλλήλους και τα δημόσια ταμεία.
Το ίδιο συμβαίνει και στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς με την λαθρεπιβίβαση να είναι σοβαρό πρόβλημα για το αρμόδιο Υπουργείο παρά το γεγονός ότι η τιμή του εισιτηρίου είναι η πλέoν χαμηλή σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες με τον ίδιο τουρισμό.
Βλέπουμε ότι στην ελληνική κοινωνία έχει διαμορφωθεί η πεποίθηση ότι ορισμένες παρανομίες, οι οποίες έχουν κυρίως οικονομικό αντίκτυπο, είναι ηθικές ή ακόμα και επιβεβλημένες. Οι παραβάτες βέβαια αδιαφορόυν ή δεν γνωρίζουν τις συνέπειες των πράξεων τους. Το γεγονός αυτό δείχνει ότι η κρίση έχει βαθειές ρίζες και χρειάζεται μεγάλη προσπάθεια να γίνει έστω κάποια αλλαγή. Η θεσμική κρίση θα τελειώσει όταν ο καθένας μας αναλάβει τις ευθύνες του και σταματήσει.
* O Ραφαήλ Τσάκωνας Φοιτητής Νομικής Σχολής Αθηνών