«Σε μια εποχή παγκόσμιου ψεύδους, το να λες την αλήθεια είναι μια πράξη επαναστατική» έλεγε ο Βρετανός, χιλιοειπωμένος στις μέρες μας, συγγραφέας του ψυχρού πολέμου Τζορτζ Όργουελ.
Πόση αλήθεια όμως κυκλοφορεί και αναπαράγεται στα μέσα ενημέρωσης και πόσο εμείς είμαστε δεκτικοί και ικανοί να αντιληφθούμε και να αποδεχτούμε την αλήθεια; Με την προκατάληψη ότι κάθε είδηση και πληροφορία που διαδίδεται είναι αντικείμενο προπαγανδισμού από αιμοδιψή υποκείμενα που φέρουν μόνο κερδοσκοπικά κίνητρα, πόσο ανοιχτοί είμαστε τελικά στην ενημέρωση;
Η απάντηση είναι πολύ απλή: αποδεχόμαστε και θεοποιούμε το είδος της ενημέρωσης το οποίο χαϊδεύει τα αυτιά μας και συντηρεί τις αυταπάτες μας. Επομένως, αν δεχτούμε ότι όντως υπάρχει μια αλήθεια και συγκεκριμένα αυτή η οποία προαναφέρθηκε, και την ενστερνιζόμαστε, γιατί αυτή δεν αποτελεί επαναστατική πράξη και δεν κινεί τα νήματα; Επειδή καθετί επαναστατικό θα πρέπει να στηρίζεται σε αντικειμενικά κριτήρια και να αποδεικνύεται στην πράξη σε βάθος χρόνου. Μόνο έτσι μπορεί να αποκτήσει ισχύ και να ασκήσει επιρροή.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και η άποψη για τους φορείς-πομπούς των πληροφοριών και ειδήσεων. Με το διαδίκτυο να προΐσταται πλέον στον κόσμο της μετάδοσης της πληροφορίας λόγω της ταχύτητάς του και του μεγάλου μεγέθους και φάσματος στους δέκτες αλλά και στους πομπούς, η πληροφορία-αλήθεια πολλές φορές υπονομεύεται, είναι ανεπαρκής ή παραποιείται.
Στον κόσμο του διαδικτύου, ο καθένας από εμάς μπορεί να λειτουργήσει ως φορέας, να γράψει ό,τι θέλει, να το πλασάρει όπως θέλει και να το δημοσιεύσει χωρίς περιορισμούς και έλεγχο. Η αμάθεια απενεχοποιείται και ουκ ολίγες φορές μυθοποιείται και διαδίδεται ενώ η μόρφωση και η πνευματική καταξίωση θεωρούνται αλαζονεία.
Οι τάσεις διαμορφώνονται πλέον από τα συμπαθή λόγω της δημοτικότητάς τους και όχι από κάποια αξιόπιστα λόγω εμπειρίας και επαγγελματικής πορείας άτομα. Οι ακαδημαϊκοί θεωρούνται υποκινούμενοι και τοποθετήσεις τους αποκρούονται με την άποψη «τους είδαμε και τους μορφωμένους τι έκαναν» , ενώ την ίδια στιγμή απαίδευτοι και αθυρόστομοι γίνονται σε μεγάλο μέρος αποδεκτοί από το κοινωνικό σύνολο.
Ο επιτηδευμένος λόγος χαρακτηρίζεται ως ξύλινος και οι προσβολές επαινούνται με ένα απλό «Πες τα Χρυσόστομε». Είναι προφανές το γεγονός ότι κάποιες από αυτές τις απόψεις σε ορισμένες περιπτώσεις έχουν βάση. Ωστόσο, σε καμιά περίπτωση δεν δικαιολογούν τον εκμηδενισμό της επιστημονικής γνώσης και της επιστήμης και την ικανότητα αυτής να προσφέρει την αλλαγή.
Και αν όντως κυριαρχήσει η μοναδική και αντικειμενική αλήθεια, η επανάσταση και η αλλαγή θα έλθουν; Ο κοινωνιολόγος Τζέιμς Ντέιβις, στην προσπάθειά του να αντικρούσει την άποψη του Καρλ Μαρξ σχετικά με τη γέννηση των κοινωνικών κινημάτων, υποστήριξε ότι «η συνεχής φτώχεια ή στέρηση δεν μετατρέπει τους ανθρώπους σε επαναστάτες αλλά περισσότερο αυτοί υπομένουν μάλλον τις καταστάσεις αυτές με μοιρολατρία ή με βουβή απελπισία».
Η κοινωνική διαμαρτυρία για τον ίδιο έρχεται μόνο σε περιπτώσεις που αυξάνονται τα επίπεδα ζωής παράλληλα με τις προσδοκίες των ατόμων. Σε αυτές τις συνθήκες, ο πολίτης διακατέχεται από την άποψη ότι υπάρχουν οι δομές και τα εφόδια να ζήσει πιο ποιοτικά και να διεκδικεί. Η άποψη αυτή όμως στον νου του πολίτη πλάθεται σταδιακά, με τεκμήριο την καθημερινή βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης. (αντικειμενικό κριτήριο)
Με λίγα λόγια, η συνεχής και σταδιακή στέρηση οδηγεί στην αποχαύνωση και τον συμβιβασμό με τη δυσμενή πραγματικότητα. Η απάθεια και ο φόβος κυριαρχούν και όλοι έχουν εναποθέσει τις ελπίδες τους σε έναν «από μηχανής θεό» ο οποίος θα τους «βγάλει» από την δύσκολη θέση. Η αποδοχή αυτής της άποψης δημιουργεί μια συνολική αδράνεια σε όλες τις δομές, η οποία σταδιακά δημιουργεί περισσότερα προβλήματα.
Η αναγνώριση και η διάδοση της αλήθειας προϋποθέτουν φιλτράρισμα των πληροφοριών το οποίο προϋποθέτει οξυμένη κριτική σκέψη. Η αλλαγή έρχεται από προτάσεις που βασίζονται σε εμπεριστατωμένη γνώση, είναι ανθρωποκεντρικές, αγγίζουν τα όρια της πραγματικότητας και μεταδίδονται από άτομα συνολικής αποδοχής.
*Ο Πάνος Τάμπης είναι πολιτικός επιστήμονας.