Λίγοι ελληνικοί μύθοι έχουν υποστεί τόσο πολλές ανατροπές όσες η ιστορία των Γλυπτών του Παρθενώνα, τα οποία απέσπασε από την Ακρόπολη ένας φιλάργυρος βρετανός αριστοκράτης, για να καταλήξουν στο Βρετανικό Μουσείο του Λονδίνου, όπου και μαραζώνουν τα τελευταία 200 χρόνια, 3.000 χιλιόμετρα μακριά από την πατρίδα τους, γράφει στην Telegraph ο Σάιμον ντε Μπρουσέλ.
Τώρα, ένα νέο και ενδεχομένως τελευταίο κεφάλαιο πρόκειται να προστεθεί στη μακρόχρονη διαμάχη για την κυριότητα ενός από τους πιο αμφισβητούμενους θησαυρούς του αρχαίου κόσμου, καθώς αυξάνονται οι προσδοκίες ότι οι διαχειριστές του μουσείου θα συμφωνήσουν στην επιστροφή των Ελγινείων στην Ελλάδα και στην τοποθέτησή τους σε πλεονεκτικό σημείο του σύγχρονου Μουσείου της Ακρόπολης.
Αν τελικά υπάρξει κατάληξη σε αυτό το έπος, θα οφείλεται εν μέρει σε έναν βρετανικό οργανισμό που απέδειξε ότι είναι δυνατόν τα Γλυπτά του Παρθενώνα να βρίσκονται σε δύο μέρη ταυτόχρονα. Γιατί αν επιστρέψουν στην Ακρόπολη, το κενό που θα αφήσουν στο Βρετανικό Μουσείο μπορεί να καλυφθεί από τέλεια αντίγραφά τους, σημειώνει ο Ντε Μπρουσέλ στην Telegraph.
Το Ινστιτούτο Ψηφιακής Αρχαιολογίας (IDA) με έδρα την Οξφόρδη χρησιμοποιεί ρομποτικούς γλύπτες που ακολουθούν λεπτομερείς σαρώσεις από υπολογιστή και σμιλεύουν αντίγραφα με ακρίβεια κλασμάτων του χιλιοστού. Τρυπάνια μεγάλης ταχύτητας και πίδακες νερού μπορούν να αναπαράγουν τις κινήσεις ενός γλύπτη, αλλά σε μόλις ένα κλάσμα του χρόνου που θα χρειαζόταν για να γίνει το γλυπτό χειρωνακτικά, με σμίλη.
Το IDA το απέδειξε δημιουργώντας ένα αντίγραφο της αψίδας της Παλμύρας, την οποία είχαν ανατινάξει το 2015 τζιχαντιστές του Ισλαμικού Κράτους στη Συρία, και στήνοντάς το στην πλατεία Τραφάλγκαρ το 2016. Εκτοτε το αντίγραφο της αψίδας έχει εκτεθεί σε όλοn τον κόσμο και έχει γίνει σύμβολο αντίστασης στη μισαλλοδοξία.
Τα πρωτότυπα γλυπτά του 5ου αιώνα π.Χ. ήταν σμιλεμένα στο χαρακτηριστικό πεντελικό μάρμαρο, το οποίο περιέχει μια μικρή ποσότητα σιδήρου, που του χαρίζει μια λεπτή χρυσή πατίνα στην επιφάνεια, λόγω της οξείδωσης όταν εκτίθεται στον αέρα. Το λατομείο της Πεντέλης από το οποίο προήλθε το συγκεκριμένο μάρμαρο είναι η μοναδική πηγή του και φυλάσσεται ζηλότυπα από την ελληνική κυβέρνηση για επισκευές αρχαίων μνημείων.
Ο Ρότζερ Μίτσελ, ιδρυτής και εκτελεστικός διευθυντής του IDA, ισχυρίζεται ότι του προσφέρθηκε μια ποσότητα μαρμάρου που θα επέτρεπε στο ινστιτούτο να δημιουργήσει σχεδόν τέλεια αντίγραφα για να αντικαταστήσει τα πρωτότυπα, που θα μπορούσαν να επιστρέψουν στην πατρίδα τους.
«Αυτή είναι η μοναδική φορά που η ελληνική κυβέρνηση έχει επιτρέψει τη χρήση πεντελικού μαρμάρου εκτός Ελλάδας» λέει στην Telegraph. «Μας έχουν υποσχεθεί αρκετό πεντελικό μάρμαρο για να φτιάξουμε μια πλήρη σειρά των Γλυπτών του Παρθενώνα. Οταν ο κόσμος ξαναπάει στα μουσεία σε λίγα χρόνια, θα έχει ακριβώς την ίδια οπτική εμπειρία που είχε παλιά, επειδή τα αντίγραφά μας από πεντελικό μάρμαρο θα είναι οπτικά δυσδιάκριτα από τα πρωτότυπα».
Αν οι ρομποτικοί γλύπτες εργάζονταν στο φουλ, η δημιουργία αντιγράφων και των 132 Γλυπτών του Βρετανικού Μουσείου θα μπορούσε να διαρκέσει μόλις εννέα μήνες, με συνολικό κόστος περίπου 15 εκατ. λιρών (περίπου 18 εκατ. ευρώ), και θα απαιτούσε περίπου 470 τόνους μαρμάρου. Το μάρμαρο θα πρέπει να μεταφερθεί με φορτηγά από την Αθήνα στην Καράρα της Τοσκάνης, όπου εδρεύει η Robotor, η πρωτοποριακή εταιρεία ρομποτικής γλυπτικής που χρησιμοποιούν καλλιτέχνες όπως ο Τζεφ Κουνς και ο Ντέιμιεν Χιρστ, η οποία και θα εκτελέσει τις εργασίες για τη δημιουργία των αντιγράφων των Γλυπτών.
Τα τελικά στάδια, δε, της επεξεργασίας θα γίνουν με το χέρι, από… κανονικούς καλλιτέχνες, έτσι ώστε να είναι σίγουρο ότι τα αντίγραφα θα είναι πανομοιότυπα με τα πρωτότυπα από κάθε άποψη.
Ο Μίτσελ ισχυρίζεται ότι έλληνες χορηγοί έχουν δεσμευθεί να καλύψουν τα δύο τρίτα του κόστους της κατασκευής, εφόσον αυτή σημαίνει την επιστροφή των πρωτοτύπων. Το υπόλοιπο κόστος θα καλυφθεί από το IDA, γράφει ο Ντε Μπρουσέλ στην Telegraph.
Τα Γλυπτά, που κάποτε αποτελούσαν μέρος της εξωτερικής διακόσμησης του τεράστιου ναού του Παρθενώνα στην Ακρόπολη, είναι τώρα μοιρασμένα εξίσου μεταξύ Αθήνας και Λονδίνου, με μερικά «αδέσποτα» αλλού. Η πώλησή τους μεταξύ 1801-1812, χωρίς τη σύμφωνη γνώμη της ελληνικής κυβέρνησης –άλλωστε τότε δεν υπήρχε κυβέρνηση στην Ελλάδα–, αποτέλεσε αντικείμενο σκληρής διαμάχης από τότε που τα Γλυπτά αποσπάστηκαν από μια υποτιθέμενη καλλιτεχνική ομάδα, η οποία ενεργούσε για λογαριασμό του Τόμας Μπρους, έβδομου κόμη του Ελγιν, και μεταφέρθηκαν στο Λονδίνο, δήθεν για να προστατευθούν από τους Τούρκους.
Οι κατηγορίες σχετικά με τη νομιμότητα της πώλησης από τους Οθωμανούς κατακτητές της Αθήνας στον Ελγιν έχουν πιάσει ακόμη και τη βασιλική οικογένεια στη δίνη τους. Ο παππούς του αείμνηστου πρίγκιπα Φιλίππου, Γεώργιος Α’, ήταν ο μακροβιότερος βασιλιάς των Ελλήνων της σύγχρονης εποχής. Ο δισέγγονός του, βασιλιάς Κάρολος Γ’, είναι γνωστό ότι ενδιαφέρεται έντονα για την τύχη των Γλυπτών, αν και δεν μπορεί να εμπλακεί προσωπικά σε διπλωματικές συζητήσεις, υπογραμμίζει η Telegraph.
Ο Ελγιν ενήργησε από φιλαργυρία, υποστηρίζει ο Μίτσελ, όταν δωροδόκησε τους Τούρκους επικυρίαρχους του Παρθενώνα για να τον αφήσουν να τεμαχίσει τη ζωφόρο του Παρθενώνα και να μεταφέρει τα κομμάτια της στην Αγγλία. Ο βρετανός κόμης συνεργαζόταν κρυφά με τον τότε υπουργό Εξωτερικών λόρδο Κάσλρεϊ και το κίνητρό τους ήταν απλώς να βγάλουν χρήματα, ενώ ισχυριζόταν ότι ήθελε να τα προστατεύσει από τους Τούρκους.
«Ο Ελγιν και ο Κάσλρεϊ σχεδίαζαν να πουλήσουν τα Γλυπτά στους φίλους τους ως διακοσμητικά κήπου» λέει ο διευθυντής του IDA. «Εκτιζαν μεγαλοπρεπή σπίτια και οι αρχαιότητες ήταν αναπόσπαστο μέρος της αισθητικής. Για να είμαστε ακριβοδίκαιοι, οι άνθρωποι δεν εκτιμούσαν την αρχαιότητα όπως σήμερα. [Το κίνητρο] ήταν καθαρά το κέρδος» τονίζει.
Οταν τα Γλυπτά έφτασαν στο Ηνωμένο Βασίλειο, ήταν προφανές ότι είχαν υποστεί σοβαρές ζημιές. Εξάλλου, αρχικά είχαν σχεδιαστεί ως διακοσμητικά στοιχεία κτιρίων και όχι ως αγάλματα που στέκονται από μόνα τους. «Ο γλύπτης Φειδίας είχε φτιάξει μερικά εκπληκτικά έργα, αλλά σχεδίασε τα Γλυπτά του Παρθενώνα για να τα βλέπει κανείς σε ύψος 75 μέτρων, και όχι τρία μέτρα μακριά. Οπότε δεν ήταν εύκολο να πουληθούν» εξηγεί ο Μίτσελ.
Ακολούθησε μια απίστευτη καμπάνια μάρκετινγκ, καθώς ο Ελγιν προσπαθούσε να τα πουλήσει ως το απόλυτο σουβενίρ του «Grand Tour», («Μεγάλη Περιήγηση») του 18ου αιώνα. «Ο Ελγιν και ο Κάσλρεϊ έστησαν μια μεγάλη σκηνή σε ένα πάρκο του Λονδίνου και έβαλαν πυγμάχους να ποζάρουν γυμνοί πλάι στα γλυπτά» περιγράφει ο Μίτσελ. «Μόνο σε άνδρες επιτρεπόταν η πρόσβαση στη σκηνή και η ιδέα ήταν να προκαλέσουν ενδιαφέρον και ενθουσιασμό. Αλλά δεν κατάφεραν να βρουν αγοραστές».
Οταν ο Ελγιν αντιμετώπισε οικονομικές δυσκολίες μετά από ένα δαπανηρό διαζύγιο, συστάθηκε μια επιτροπή για να κανονίσει την αγορά τους από την κυβέρνηση. Ο Κάσλρεϊ φαίνεται ότι άρπαξε από το πουθενά το ποσό των 30.000 λιρών, καθώς είχε προηγουμένως κανονίσει να αποτιμηθούν τα γλυπτά ως άχρηστα για να αποφύγει τους τελωνειακούς δασμούς. Ηταν το μεγαλύτερο ποσό που είχε καταβληθεί ποτέ μέχρι τότε για οποιοδήποτε έργο τέχνης, αλλά η επιτροπή συμφώνησε. Μόλις ολοκληρώθηκε η πώληση, τα Γλυπτά του Παρθενώνα «κατατέθηκαν» στο Βρετανικό Μουσείο.
Μια παρόμοια ανώδυνη έκφραση είναι πιθανό να οδηγήσει τώρα σε συμφωνία μεταξύ Λονδίνου και Αθήνας για την επιστροφή τους στην Ελλάδα, σημειώνει στην Telegraph ο Σάιμον ντε Μπρουσέλ, καθώς η πτέρυγα του Βρετανικού Μουσείου που περιλαμβάνει την Αίθουσα Ντιβέν, στην οποία στεγάζονται τα Μάρμαρα, πρόκειται να κλείσει για αρκετά χρόνια στο εγγύς μέλλον, για μια μεγάλη ανακαίνιση.
Ο Τζορτζ Οσμπορν, πρώην καγκελάριος των Συντηρητικών και νυν πρόεδρος του μουσείου, δεν έκρυψε την προθυμία του για μια συμφωνία με την Ελλάδα, παρακάμπτοντας την επίσημη αντίθεση δεκαετιών στην επιστροφή τους. Πέρα από την αίσθηση του επείγοντος του Οσμπορν, υπάρχει σθένος για το θέμα από υψηλόβαθμα στελέχη των Εργατικών, που βρίσκονται τώρα στην κυβέρνηση.
«Η τέλεια καταιγίδα είναι μια νέα κυβέρνηση με επικεφαλής έναν νέο πρωθυπουργό που επιθυμεί να ανοικοδομήσει τις σχέσεις με τους Ευρωπαίους γείτονές μας και τους εταίρους μας στο ΝΑΤΟ, μετά τη ζημιά που προκάλεσε το Brexit» λέει στην Telegraph ο Ρότζερ Μίτσελ. «O Κιρ Στάρμερ επιθυμεί να συνεργαστεί με την Ευρώπη με διαφορετικό τρόπο από ό,τι οι Συντηρητικοί. Ο λόγος που δεν έχει ανακοινωθεί ακόμη τίποτα είναι ότι οι διαχειριστές του Μουσείου πρέπει να εγκρίνουν επίσημα με την υπογραφή τους οποιαδήποτε συμφωνία και κανείς δεν θέλει μπει στα χωράφια τους» συνεχίζει.
«Από ό,τι καταλαβαίνω, ένα σημαντικό μέρος των Γλυπτών θα “κατατεθεί” στο Μουσείο της Ακρόπολης. Κανείς δεν τα “δανείζει” αυτά τα πράγματα και κανείς δεν μιλάει για ιδιοκτησία. Απλώς θα “κατατεθούν” στο Μουσείο της Ακρόπολης» εξηγεί ο Μιτσέλ. «Επινόησαν τη λέξη “κατάθεση” επειδή περιγράφει με ακρίβεια αυτό που συμβαίνει εδώ. Δεν υπαινίσσεται ότι κάποιο από τα δύο μέρη κατέχει πραγματικά τα αντικείμενα. Το Μουσείο της Ακρόπολης κτίστηκε με την προσδοκία ότι κάποια μέρα θα επέστρεφαν αυτά τα αντικείμενα. Υπάρχουν άδειες βάσεις έτοιμες για αυτά.
»Κανείς δεν πιστεύει ότι οι Ελληνες θα είναι πρόθυμοι να τα αφήσουν να φύγουν ξανά, ωστόσο έχουν άλλα κομμάτια που το Βρετανικό Μουσείο θα ενδιαφερόταν να εκθέσει. Οι αίθουσες από τις οποίες θα φύγουν είναι σε άθλια κατάσταση και πρέπει να ξανακτιστούν. Δεν είναι μέρη για να στεγάσει κανείς ανεκτίμητα αντικείμενα.
»Θα πάνε στο ολοκαίνουργιο, υπερσύγχρονο Μουσείο της Ακρόπολης, το οποίο δεν θα μπορούσε να είναι πιο όμορφο ή ασφαλές, και έχει επίσης αυτή την απίστευτη θέα στον Παρθενώνα. Θα είναι μια τεράστια αναβάθμιση όσον αφορά τις ανασκαφές τους. Η κοινή γνώμη στη Βρετανία ήταν πάντα υπέρ της επιστροφής των Γλυπτών στην Ελλάδα, απλώς μια μικρή ομάδα της ελίτ διαφωνούσε. Δεν υπάρχει αμφιβολία για το ποια είναι η καλύτερη επιλογή ανάμεσα στο να μείνουν επί χρόνια σε μια αποθήκη στο Κρόιντον χωρίς να μπορεί να τα δει κανείς ή να εκτεθούν σε ένα από τα πιο όμορφα σύγχρονα μουσεία του κόσμου» υπογραμμίζει ο Μίτσελ .
Στο μεταξύ, όπως αναφέρει η Telegraph, η δημοσκόπηση του YouGov νωρίτερα αυτή την εβδομάδα έδειξε ότι το 53% των βρετανών πολιτών υποστηρίζει την επιστροφή των Γλυπτών στην Ελλάδα, ενώ μόλις το 24% επιμένει ότι πρέπει να παραμείνουν στη Βρετανία. Αλλά οι αντίπαλοι εξακολουθούν να είναι πολύ δυνατοί.
Μιλώντας στο Sky News την Τρίτη, ο σκιώδης καγκελάριος Μελ Στράιντ υποστήριξε πως όταν περιήλθαν στην κατοχή του Μουσείου «ήταν νόμιμα» και ότι φυλάσσονταν με μεγάλη ασφάλεια. «Δίνεις πίσω τα Ελγίνεια Μάρμαρα. Πρέπει, λοιπόν, και η Γαλλία να δώσει τη “Μόνα Λίζα” πίσω στην Ιταλία; Πού σταματάς;» αναρωτήθηκε.
Ο Μίτσελ υποστηρίζει, ωστόσο, ότι τα αντίγραφά του θα είναι καλύτερα από τα πρωτότυπα, με αποκαταστημένα δάχτυλα που είχαν κοπεί από χέρια και πόδια, και μύτες που λείπουν. Ορισμένα από τα γλυπτά, δε, θα μπορούσαν επίσης να επανέλθουν στην αρχική τους εμφάνιση, βαμμένα με χρώματα που στα σύγχρονα μάτια μπορεί να φαίνονται φανταχτερά.
Να σημειωθεί ότι ο αρχαίος κόσμος δεν ήταν καθόλου ασπρόμαυρος και τα κλασικά αγάλματα δεν ήταν σκέτο λευκό μάρμαρο. Αυτό ήταν ένας μύθος που διαδόθηκε, εν μέρει για να ενθαρρύνει την ιδέα της ανωτερότητας των Ευρωπαίων με τη λευκή επιδερμίδα έναντι της υπόλοιπης ανθρωπότητας.
Μια δοκιμή για αναδημιουργία του κεφαλιού του αλόγου που κάποτε έσερνε το άρμα της θεάς Σελήνης κατά μήκος της ζωφόρου του Παρθενώνα –ένα από τα πιο δημοφιλή εκθέματα του Βρετανικού Μουσείου– κηρύχθηκε επιτυχής, όταν η κεφαλή παρουσιάστηκε σε δημόσια έκθεση πέρυσι.
Το Βρετανικό Μουσείο επέμενε πάντα ότι απαγορεύεται από το καταστατικό του να «μετακινήσει» (να αφαιρέσει οριστικά) οποιαδήποτε αντικείμενα των συλλογών του. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η μορφή των λέξεων που εμπλέκονται σε οποιαδήποτε συμφωνία για αντικείμενα όπως τα Γλυπτά του Παρθενώνα είναι τόσο σημαντική, σημειώνει η Telegraph.
Το Μουσείο επιμένει επίσης ότι είναι ένα «παγκόσμιο μουσείο» και όχι απλώς ένα βρετανικό μουσείο, και πως οι συλλογές του διατηρούνται προς όφελος όλης της ανθρωπότητας. Σε ανακοίνωσή του αναφέρει συγκεκριμένα: «Το Μουσείο έχει ζητήσει μια νέα συνεργασία για τον Παρθενώνα με τους συναδέλφους του στην Ελλάδα και οι εποικοδομητικές συζητήσεις συνεχίζονται. Το Βρετανικό Μουσείο απολαμβάνει μια καλή επαγγελματική σχέση με το Μουσείο της Ακρόπολης».
Μέχρι στιγμής, πάντως, δεν έχει γίνει καμία συμφωνία για την κατασκευή ενός συνόλου αντιγράφων των Γλυπτών και έκθεσή τους στο Βρετανικό Μουσείο. Ο Ρότζερ Μίτσελ ισχυρίζεται, ωστόσο, ότι το IDA είναι ο μόνος οργανισμός που διαθέτει τις δεξιότητες, την τεχνολογία και τη χρηματοδότηση. Ιδωμεν.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News