«Καφέ ή μάθημα;».
Πάντα κάποιος θα έθετε το ερώτημα καθώς περιμέναμε έξω από μια αίθουσα διδασκαλίας της Φιλοσοφικής Σχολής, τα χρόνια που περάσαμε εκεί ως φοιτητές. Η επιλογή να μην μπούμε και να κατευθυνθούμε προς την καφετέρια ήταν εκείνη στην οποία συνήθως καταλήγαμε, εκτός αν στην αίθουσα επρόκειτο να μπει ένας καθηγητής που μπορούσε να συναγωνιστεί την επιθυμία ενός εικοσάχρονου για λούφα. Κάποιος σαν τον Κώστα Γεωργουσόπουλο.
Στα φοιτητικά χρόνια μου είχα την τύχη να υπάρχει στο πρόγραμμα σπουδών το μάθημά του, ως ειδικού συνεργάτη του Πανεπιστημίου που ήταν τότε. Εμπαινε αθόρυβα και κατευθυνόταν προς την έδρα, καθώς το νεαρό ακροατήριό του συγκεντρωνόταν στα έδρανα, δύσπιστο και εκ προοιμίου βαριεστημένο, έτοιμο να τα εγκαταλείψει με την πρώτη ευκαιρία, μπουχτισμένο γαρ από καθηγητές που γέμιζαν το δίωρο διδασκαλίας με μονοκόμματους μονολόγους, γεμάτους ενδιαφέρουσες πληροφορίες, που όμως τις ρουφούσε η πλήξη που δημιουργούσε ο στείρος ακαδημαϊσμός τους.
Ο Γεωργουσόπουλος ξεκινούσε να μιλάει και οι πληροφορίες έφευγαν από το στόμα του σαν βέλη που διαπερνούσαν το μυαλό σου. Ο λόγος του μονοπωλούσε την προσοχή σου, κι αυτό δεν είναι καθόλου εύκολο να συμβεί σε πιτσιρικάδες που εναλλάσσουν πανεπιστημιακές αίθουσες και σε απορρίπτουν πριν καν σε δουν, σαν πληκτικό μεσήλικα.
Ασφαλώς, τότε δεν μπορούσες να αντιληφθείς το μέγεθος του ανθρώπου που είχες απέναντί σου, την πολύπλευρη προσωπικότητά του ως φιλολόγου, κριτικού θεάτρου, μεταφραστή, επιφυλλιδογράφου, χρονογράφου, ποιητή και στιχουργού. Το πρώτο βήμα όμως για να νιώσεις την αξία του ήταν το ενδιαφέρον που σου προκαλούσε ο τρόπος του. Το ότι σε κρατούσε εκεί, παρόντα, με ανοιχτές τις κεραίες, τις οποίες σε πάμπολλες αντίστοιχες περιπτώσεις έκλεινες και νοητά απομακρυνόσουν από τη συνθήκη, αφήνοντας το μυαλό σου να ταξιδέψει σε όσα οι Σειρήνες της νιότης υπόσχονταν. Το ότι τον άκουγες με ενδιαφέρον εσύ, το διψασμένο για οτιδήποτε άλλο εκτός αιθουσών και διαλέξεων πλάσμα, ήταν ένα ακόμα, προσωπικό του επίτευγμα.
Ο Γεωργουσόπουλος ήταν χαρισματικός στον λόγο του, και τον γραπτό και τον προφορικό, και τον λογοτεχνικό, και τον πεζό, και τον καθηγητικό. Μπορούσε να περάσει τη βαθιά γνώση του στον αποδέκτη με έναν μη ακαδημαϊκό τρόπο. Δεν σου αράδιαζε απλώς πληροφορίες, τις συνέθετε περίτεχνα σαν να φιλοτεχνούσε πορτρέτο. Και με έναν μαγικό τρόπο, έκανε και τον πλέον αδιάφορο για το θέατρο να θέλει να μάθει για αυτό.
Το ελληνικό θέατρο του οφείλει πολλά. Το έβαλε κάτω από το μικροσκόπιό του και το μελέτησε ενδελεχώς, καταγράφοντας πτυχές του και αποκωδικοποιώντας τα σύμβολά του. Δεν είναι μόνο ότι μετέφρασε θέατρο και έγραψε κριτικά δοκίμια, επιφυλλίδες και βιβλία, δεν είναι μόνο ότι δίδασκε για το θέατρο με ενδιαφέροντα τρόπο και ότι επιδόθηκε στα πενήντα και πλέον χρόνια που έγραφε στον Τύπο στη θεατρική κριτική με εγκυρότητα, βαθύτητα αλλά και ευαισθησία που λίγοι επιδεικνύουν, είναι και η επίμονη προσπάθειά του για τη διατήρηση του Θεατρικού Μουσείου, σε μια χώρα που ανέκαθεν αντιμετώπιζε τον πολιτισμό της ανερμάτιστα.
Και αν έχω περάσει ώρες μέσα εκεί, και αν έχω αφεθεί στην ατμόσφαιρά του. Γιατί αυτό ήταν το Θεατρικό Μουσείο. Οχι απλώς μια αποθήκη γνώσης και ντοκουμέντων, αλλά πρωτίστως ένας ναός πολιτιστικής κληρονομιάς, στον οποίο έμπαινες και αισθανόσουν τις δονήσεις της σκηνής και τους ψιθύρους των παλαιότερων εκπροσώπων της. Ενας χώρος που και αυτός, όπως ο άνθρωπος που βρισκόταν στο τιμόνι του, σου έδιναν κίνητρο να μελετήσεις το θέατρο και να το αγαπήσεις.
Η ιστορία του Θεατρικού Μουσείου είναι γνωστή. Επί χρόνια είχε εγκαταλειφθεί και ο Κώστας Γεωργουσόπουλος αντιμετώπισε μια οδύσσεια μέχρι το μουσείο να περάσει στο Δημόσιο και να βρεθεί χώρος για να στεγάσει το αρχείο του. Πριν από την πανδημία, και ενώ ο ίδιος είχε δικαστεί ερήμην του για χρέη του μουσείου, είχε δηλώσει απογοητευμένος από τον τρόπο που η χώρα τον αντιμετώπισε.
Είναι κρίμα που ο επίλογος της ζωής του είχε την πικρή επίγευση αυτής της ιστορίας, είναι κρίμα που ένας άνθρωπος που προσπάθησε να αφήσει μια παρακαταθήκη πολιτισμού, υπέφερε τόσο στο τέλος. Και ευτυχώς που πρόλαβε να δει την απόφαση του υπουργείου Πολιτισμού, η οποία ελήφθη μόλις πριν από έναν χρόνο, και ανακοινώθηκε ότι μέρος του αρχείου του Θεατρικού Μουσείου θα στεγαστεί στην οικία Σούτσου. Το πότε, βέβαια, θα γίνει αυτό, είναι μια άλλη ιστορία.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News