Ηταν Απρίλιος του 2013, όταν η ιδέα για μια κινηματογραφική ταινία με θέμα την περιπετειώδη ζωή και τα αθλητικά κατορθώματα του Λεβ Γιασίν έπεσε για πρώτη φορά στο τραπέζι. Στο τραπέζι του υπουργικού συμβουλίου της Ρωσίας, από τον ίδιο τον Πρόεδρο Πούτιν. Αλλά, πέντε χρόνια αργότερα, οι επισκέπτες των ρωσικών πόλεων που φιλοξένησαν το Παγκόσμιο Κύπελλο δεν είδαν, παρά μόνον τις γιγαντοαφίσες του θρυλικού τερματοφύλακα της πάλαι ποτέ Σοβιετικής Ενωσης. Δύο μπρούτζινα αγάλματά του σε γήπεδα της Μόσχας, το όνομά του σε κάμποσους δρόμους, κι ένα νόμισμα με τη μορφή του.
Η ταινία, μόλις ολοκληρώθηκε. Θα προβληθεί στις ρωσικές αίθουσες περί τα τέλη Οκτωβρίου -πιθανότατα στις 22 του μήνα, ώστε η πρεμιέρα της να συμπέσει με την επέτειο των 90 ετών από τη γέννησή του- με τίτλο «Λεβ Γιασίν, ο τερματοφύλακας των ονείρων μου». Παραγωγός είναι η Kremlin films, σκηνοθέτης ο Βασίλι Τσινγκίνσκι, χορηγός η τράπεζα VTB και βασικός χρηματοδότης ο ουζμπέκος μεγιστάνας, Αλισέρ Ουσμάνοφ, μεγαλομέτοχος της Αρσεναλ. Ο Πούτιν, δηλαδή το ρωσικό κράτος, συνεισέφερε 60 εκατομμύρια ρούβλια (περίπου 832.000 ευρώ).
Ο Γιασίν, που «έφυγε» από τη ζωή το 1990, υπήρξε ο καλύτερος τερματοφύλακας του 20ου αιώνα. Είναι ο μοναδικός γκολκίπερ στα ποδοσφαιρικά χρονικά, που αναδείχτηκε κορυφαίος παίκτης στην Ευρώπη (1963). Τον έλεγαν «μαύρη αράχνη», επειδή φορούσε μόνο μαύρα ρούχα (στην πραγματικότητα ήταν πολύ σκούρα μπλε). Επίσης, «μαύρο πάνθηρα». Αλλά και «χταπόδι». Γιατί με τις απίθανες αποκρούσεις του, έδινε την εντύπωση πως είχε… πολλά χέρια. Ο μύθος αναφέρει πως στη διάρκεια της καριέρας του, από το 1950 έως το 1971, «έπιασε» πάνω από 150 πέναλτι.
Τον ρώτησαν, κάποτε, ποιο ήταν το μυστικό του. «Ενα τσιγαράκι για να καλμάρεις τα νεύρα σου και ένα δυνατό ποτό για να χαλαρώσουν οι μύες σου», είχε απαντήσει. Δεν αστειευόταν. Κάπνιζε ακόμη και στην ανάπαυλα των ημιχρόνων, μπροστά στον προπονητή και τους συμπαίκτες του. Κι έπινε πολύ. Ισχυριζόταν ότι το αλκοόλ τον ανακούφιζε από τους φρικτούς στομαχόπονους – ενθύμιο των κακουχιών που πέρασε όταν ήταν παιδί.
Με την εθνική ομάδα της Σοβιετικής Ενωσης αγωνίστηκε 74 φορές (1954-1967). Κατέκτησε το πρώτο Euro (1960), τη δεύτερη θέση στην επόμενη διοργάνωση (1964), το χρυσό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Μελβούρνης (1956), και αγωνίστηκε στους τελικούς τριών Παγκοσμίων Κυπέλλων (1958, 1962, 1966). Η Ντινάμο Μόσχας υπήρξε ο μόνος της ζωής του σύλλογος. Υπερασπίστηκε το τέρμα της 326 φορές και πανηγύρισε μαζί της πέντε Πρωταθλήματα και τρία Κύπελλα ΕΣΣΔ.
Ακόμη πιο συναρπαστική από την καριέρα του, είναι η ιστορία του. Η ταινία φωτίζει αυτή την άλλη πλευρά του «ήρωα» των γηπέδων: του ήρωα της ζωής. Οπως αναφέρει στην αυτοβιογραφία του, στα 11 του χρόνια είχε πάψει, ήδη, να είναι παιδί. Ο Σπουδαίος Πατριωτικός Πόλεμος -όπως έλεγαν τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο οι Σοβιετικοί- ξεσπίτωσε την οικογένειά του από τη Μόσχα και την έστειλε να ζήσει στο Ουλιάνοφσκ, 800 χιλιόμετρα μακριά, όπου λειτουργούσε εργοστάσιο πυρομαχικών. Ο πατέρας του, βιομηχανικός εργάτης, είχε επιλεγεί για να δουλέψει εκεί. Στα 13, ο μικρός Λεβ (το όνομά του σημαίνει «λιοντάρι») άρχισε να εργάζεται κι αυτός εκεί. Τότε απέκτησε τους στομαχόπονους -από την πείνα- και άρχισε το κάπνισμα.
Αλλά κι όταν επέστρεψαν στη Μόσχα, μετά τη συντριβή των Ναζί, η ζωή δεν ήταν πολύ καλύτερη. Ο Γιασίν συνέχισε να δουλεύει σε εργοστάσιο. Και η πείνα, πείνα. Στα 16 του έπεσε σε κατάθλιψη. «Ενιωθα ένα τεράστιο κενό», γράφει στην αυτοβιογραφία του. Στα 18 έπαθε νευρικό κλονισμό. Η ποδοσφαιρική ομάδα του εργοστασίου ήταν μια διέξοδος από τις μαύρες του σκέψεις. Η μόνη του διασκέδαση. Δεν ονειρευόταν να γίνει ποδοσφαιριστής. Να ξεδώσει, ήθελε. Και, επειδή δεν κλωτσούσε την μπάλα τόσο καλά όσο οι άλλοι, τον έβαζαν τερματοφύλακα.
Ομάδα είχαν όλα τα εργοστάσια, γι’ αυτό και οι ποδοσφαιρικοί σύλλογοι της χώρας έστελναν στα αυτοσχέδια γήπεδα κυνηγούς ταλέντων. Ο Αρκάντι Τσέρνισεβ, προπονητής στους Νέους της Ντινάμο Μόσχας, ξεχώρισε τον Γιασίν. Του έκαναν εντύπωση τα αντανακλαστικά του. Το 1949 τον πήρε κοντά του. Στον σύλλογο έπαιζαν, ήδη, δύο έμπειροι τερματοφύλακες: ο Αλεκσέι Χόμιτς και ο Βάλτερ Σανάγια. Παρόλα αυτά, το 1950, του έδωσαν μια ευκαιρία να δείξει την αξία του. Αλλά, το πρώτο του επίσημο ματς ήταν… σκέτη καταστροφή. Ο Γιασίν δέχτηκε γκολ από «ελεύθερο» του αντίπαλου τερματοφύλακα!
Ηταν η στιγμή που οι περισσότεροι εικοσάχρονοι στη θέση του θα τα παρατούσαν. Εκείνος, όμως, ζήτησε να τον εντάξουν στην ομάδα χόκεϊ επί πάγου της Ντινάμο. Εκανε μια φοβερή σεζόν και πρωταγωνίστησε στην κατάκτηση του Κυπέλλου. Επέστρεψε στην ποδοσφαιρική ομάδα, καθιερώθηκε και, την επόμενη σεζόν, κατέκτησε το Πρωτάθλημα. Ετσι άρχισε να γράφει τον μύθο του.
Εζησε θριάμβους, αλλά και πίκρες. Το 1962 θεωρήθηκε υπεύθυνος για τον αποκλεισμό της Σοβιετικής Ενωσης από τη Χιλή, στους προημιτελικούς του Παγκοσμίου Κυπέλλου. Εξαγριωμένοι οπαδοί προκάλεσαν ζημιές στο σπίτι του, κι έγραψαν με μπογιά «Φύγε», στους τοίχους. Οχι μόνον έμεινε, αλλά την επόμενη χρονιά κέρδισε τη «Χρυσή Μπάλα». Κανένας άλλος τερματοφύλακας μέχρι σήμερα δεν έχει γευτεί αυτή τη διάκριση.
Ο Λεβ Ιβάνοβιτς Γιασίν έδωσε την τελευταία του παράσταση το 1971 σε ένα φιλικό ματς της Ντινάμο με ομάδα επίλεκτων της Ευρώπης, στο στάδιο «Λένιν» της Μόσχας, στο οποίο συγκεντρώθηκαν 100.000 φίλαθλοι για να τον αποχαιρετίσουν. Εζησε για λίγα χρόνια στη Φινλανδία, όπου εργάστηκε ως προπονητής στις μικρές κατηγορίες. Υστερα επέστρεψε στη Μόσχα. Εχασε το ένα του πόδι, έπειτα από τραυματισμό στο γόνατο, και πέθανε στις 20 Μαρτίου 1990, σε ηλικία μόλις 61 ετών.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News