Πολιτικές που αυξάνουν το φορολογικό και ασφαλιστικό βάρος για τους εργοδότες ή αποθαρρύνουν τους άνεργους από το να αναζητήσουν δουλειά μπορεί στην πράξη να μειώσουν τη συμμετοχή στην αγορά εργασίας, όπως προκύπτει από στοιχεία του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για την πορεία των ανεπτυγμένων οικονομιών από το 1985.
Σύμφωνα με σχετική έκθεση του οργανισμού, η αύξηση των εισφορών και των φόρων, που μεγαλώνουν το βάρος για τον εργοδότη χωρίς να ωφελούν τον εργαζόμενο, συμπιέζει τη συμμετοχή στην αγορά τόσο για άνδρες όσο και για γυναίκες σε όλες τις ηλικιακές ομάδες.
Ανάλογα αρνητικά αποτελέσματα αποφέρει η παροχή υψηλού επιδόματος ανεργίας, καθώς λειτουργεί ως αντικίνητρο για την αναζήτηση απασχόλησης.
Αντίθετα, ιδιαίτερα θετική επίδραση έχουν πολιτικές που παρατείνουν τον εργασιακό βίο των μεγαλύτερων σε ηλικία εργαζόμενων και τους αποθαρρύνουν από το να βγουν στη σύνταξη.
Όπως σημειώνει μάλιστα το Ταμείο, η παρατεταμένη συμμετοχή των μεγαλύτερων ηλικιών στην αγορά έχει εν πολλοίς συνεισφέρει στην αντιμετώπιση των δημογραφικών πιέσεων τις τελευταίες τρεις δεκαετίες.
Μεγάλα κέρδη αποφέρουν επίσης προγράμματα προσανατολισμού και επανεκπαίδευσης, ενώ το ΔΝΤ διαπιστώνει πως συνδικάτα και συλλογικές διαπραγματεύσεις ενισχύουν σημαντικά την απασχόληση.
Κατά την περίοδο της παγκόσμιας κρίσης, από το 2008 έως το 2016, η συμμετοχή στην αγορά εργασίας στην Ελλάδα έπεσε κατά σχεδόν 1%, ενώ ειδικά στους άνδρες η πτώση ανέρχεται σε περίπου 4,5%, σύμφωνα με το ΔΝΤ. Αντίθετα η συμμετοχή των γυναικών αυξήθηκε κατά σχεδόν τρεις μονάδες, γεγονός που συνάδει με τα ευρήματα από σχεδόν όλες τις ανεπτυγμένες οικονομίες και αντανακλά την ευρύτερη εξισορρόπηση μεταξύ των φύλων.
Η λύση είναι η μετανάστευση
Ωστόσο, ακόμα και με εφαρμογή των βέλτιστων εργασιακών πρακτικών, μακροπρόθεσμα η λύση-κλειδί είναι η τόνωση των μεταναστευτικών εισροών, με το ΔΝΤ να επισημαίνει πως οι ανεπτυγμένες οικονομίες θα πρέπει να αναθεωρήσουν την μεταναστευτική πολιτική τους εάν θέλουν να αποφύγουν τις οικονομικές συνέπειες του δημογραφικού προβλήματος.
Το Ταμείο παραδέχεται πως η υποδοχή μεταναστών μπορεί να προκαλέσει πολιτικές δυσκολίες, όμως επισημαίνει πως οι εισροές λειτουργούν ως αντίβαρο-κλειδί στην σταδιακή γήρανση του πληθυσμού, η οποία απειλεί την ισορροπία του ασφαλιστικού συστήματος και την ηλικιακή σύνθεση της αγοράς εργασίας.
Μετανάστες που αφομοιώνονται στην κοινωνία μπορούν να αποφέρουν σημαντικά μακροπρόθεσμα οφέλη, όπως υψηλότερη ανάπτυξη και τόνωση της παραγωγικότητας, αναφέρει η έκθεση, υπογραμμίζοντας παράλληλα πως περίπου το 50% της πληθυσμιακής αύξησης στις ανεπτυγμένες οικονομίες τις τελευταίες τρεις δεκαετίες οφείλεται στην μετανάστευση.
Το Ταμείο υπογραμμίζει ότι ακόμα και με τις βέλτιστες πολιτικές η συμμετοχή στην αγορά εργασίας στις ανεπτυγμένες οικονομίες θα μειωθεί έως και κατά 5,5 μονάδες σε βάθος τριακονταετίας. Πτώση τέτοιου μεγέθους σημαίνει πως η μέγιστη παραγωγική δυνατότητα της τυπικής ανεπτυγμένης οικονομίας θα μπορούσε να συρρικνωθεί κατά τρεις ποσοστιαίες μονάδες έως το 2050.
Η Ελλάδα, το brain drain και οι ηλικίες
Σύμφωνα με εκτιμήσεις της Τράπεζας της Ελλάδος, σχεδόν 223.000 νέοι ηλικίας 25 έως 39 ετών εγκατέλειψαν τη χώρα μας την πρώτη εξαετία της κρίσης, από το 2008 έως το 2013, αναζητώντας καλύτερές αμοιβές και προοπτικές στο εξωτερικό. Πρόκειται για brain drain που έχει επηρεάσει βαθιά τις οικονομικές δυνατότητες της χώρας.
Μάλιστα, η Ελλάδα αντιμετωπίζει ένα από τα μεγαλύτερα δημογραφικά προβλήματα στην ευρωζώνη, με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να υπολογίζει πως το 2070 για κάθε εκατό ανθρώπους που είναι σε παραγωγική ηλικία για εργασία (18 έως 64 ετών) θα υπάρχουν εξήντα-τρεις που θα είναι 65 ετών και άνω.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News